ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΥΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ ΣΤΟ ΥΠΕΔΑΦΟΣ!

ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΗ Η ΚΟΙΝΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΙΠΑ, GREENPEACE ΚΑΙ WWF ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ

Μαζική ήταν η προσέλευση των πολιτών στην ενημερωτική εκδήλωση για τις πιθανές επιπτώσεις από την εξόρυξη υδρογονανθράκων στο Ιόνιο, που συνδιοργάνωσαν η Οικολογική Κίνηση Πάτρας, το Ελληνικό Γραφείο της GREENPEACE και τo WWF Ελλάς το Σάββατο 16 Μαρτίου στην Πάτρα. Στην κατάμεστη αίθουσα του ΤΕΕ δυτικής Ελλάδος οι εισηγήσεις ήταν άκρως ενδιαφέρουσες και ο διάλογος που ακολούθησε πλούσιος και υψηλού επιπέδου.

Ο Κίμωνας Χρηστάνης, καθηγητής του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, διατύπωσε τη γενική αρχή πως η εκμετάλλευση του εγχώριου ορυκτού πλούτου είναι αναγκαία. Το ίδιο ισχύει και με τις ενεργειακές πρώτες ύλες. Ακόμη και τον εγχώριο λιγνίτη, που είναι πολύτιμος τοπικός φυσικός πόρος, πρέπει να τον εκμεταλλευτούμε, χρησιμοποιώντας όμως σύγχρονες, περιβαλλοντικά φιλικές τεχνολογίες, αφού οι ΑΠΕ σήμερα δεν μπορούν να καλύψουν το σύνολο των αναγκών μας σε ενέργεια. Όπως τόνισε, η εξόρυξη υδρογονανθράκων στο Ιόνιο εγκυμονεί κάποιους κινδύνους, όπως κινδύνους εγκυμονεί οποιαδήποτε βιομηχανική δραστηριότητα. Μπορεί όμως να επιτευχθεί με αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους και σεβασμό στο περιβάλλον.

Ο Τάκης Γρηγορίου εκπρόσωπος της GREENPEACE, εστίασε στο εντεινόμενο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και την ανάγκη επίτευξης των στόχων της Διακυβερνητικής Επιτροπής για το Κλίμα, που προβλέπει μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα μέχρι το 2050. Μία οικονομία 100% ΑΠΕ είναι απολύτως εφικτή σε 25 χρόνια. Ήδη γνωρίζουμε ότι πολλές χώρες θα σταματήσουν σύντομα την πώληση μηχανών εσωτερικής καύσης στα οχήματα και θα στραφούν στην ηλεκτροκίνηση με  ΑΠΕ. Όπως σχολίασε, ο ενεργειακός σχεδιασμός της Ελλάδας όχι μόνο δεν προσεγγίζει τους παραπάνω στόχους, αλλά ενισχύει επενδύσεις σε «βρώμικη» ενέργεια, σε μία περιοχή που είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για την ανάπτυξη των ΑΠΕ.

Ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος της εκστρατείας του WWF ενάντια στους υδρογονάνθρακες, μίλησε για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την εξόρυξη των υδρογονανθράκων επισημαίνοντας ότι μια σειρά από χώρες της Μεσογείου, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, ακυρώνουν ή απαγορεύουν τις εξορύξεις υδρογονανθράκων στην επικράτειά τους λόγω της αντίδρασης των πολιτών, περιβαλλοντικών οργανώσεων και της τουριστικής βιομηχανίας. Ιδιαίτερα στο Ιόνιο, που είναι μια σεισμογενής περιοχή με ευαίσθητα οικοσυστήματα και τεράστια θαλάσσια βάθη, οι εξορύξεις πετρελαίου είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο εγχείρημα και τυχόν ατύχημα θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για τη θαλάσσια ζωή και  την τουριστική δραστηριότητα.

Ο Ολιβιέ Βαρδακούλιας, υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του WWF, παρουσίασε τα πιθανά οικονομικά οφέλη της χώρας μας και των τοπικών κοινωνιών από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, που είναι στην πραγματικότητα πενιχρά και δεν έχουν καμία σχέση με τις ατεκμηρίωτες υποσχέσεις για πακτωλό χρημάτων, μείωση του χρέους κλπ, ενώ ανέλυσε την τεράστια οικονομική ζημία στον τουρισμό και άλλες τοπικές δραστηριότητες από ενδεχόμενη πετρελαιοκηλίδα. Όπως αποκάλυψε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι οι πιθανότητες για ένα ατύχημα στις ευρωπαϊκές θάλασσες από blowout κατά την άντληση πετρελαίου, εκτιμώνται σε ποσοστό 65% ετησίως και αναρωτήθηκε αν οι ακτές της Πελοποννήσου, του Ιονίου και της Κρήτης αντέχουν έστω και ένα μικρό από τα εκατοντάδες περιστατικά πετρελαιοκηλίδων, που έχουν συμβεί παγκοσμίως την τελευταία δεκαπενταετία.

Ο Γιώργος Κανέλλης, εκπρόσωπος της Οικολογικής Κίνησης Πάτρας, επεσήμανε ότι, παρά το γεγονός ότι οι εξορύξεις άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας ανήκουν σε πολιτικές του παρελθόντος, η ελληνική κυβέρνηση επενδύει δισεκατομμύρια σε νέες λιγνιτικές μονάδες με δυσοίωνο μέλλον και παραδίδει τη Δυτική Ελλάδα σε σχέδια εξορύξεων στην πιο σεισμογενή περιοχή του βόρειου ημισφαιρίου με τεράστια επικινδυνότητα.

Όπως ανέφερε, σοβαρές διεθνείς εκθέσεις τονίζουν ότι, για να μην ξεπεραστεί το όριο της αύξησης των 2 βαθμών μέχρι το τέλος του αιώνα, δεν θα πρέπει να εξαντλήσουμε ούτε τα σημερινά γνωστά αποθέματα πρώτων υλών και όχι φυσικά να αξιοποιήσουμε καινούργια.

Από την άλλη μεριά μια σειρά από μεγάλα ή μικρότερα συμβάντα, όπως η έκρηξη στην εκμετάλλευση της BP στον Κόλπο του Μεξικού, η καταστροφή Alpha Piper κλπ, καταδεικνύουν ότι  όσα προληπτικά μέτρα κι αν ληφθούν, είναι αδύνατο να αποκλειστεί ένα ατύχημα.

 Στην εκδήλωση, όπου συμμετείχαν ο δημοτικός σύμβουλος Ηλίας Γρηγόρης και οι υποψήφιοι Δήμαρχοι Γιώργος Ρώρος και Πέτρος Ψωμάς, μέσα από τα ερωτήματα και τις τοποθετήσεις των συμμετεχόντων, αναδείχθηκαν ενδιαφέρουσες πτυχές του σοβαρού προβληματισμού που υπάρχει απέναντι στις σχεδιαζόμενες εξορύξεις υδρογονανθράκων στο Ιόνιο.

H θέση, πάντως, των τριών περιβαλλοντικών οργανώσεων που συνδιοργάνωσαν την εκδήλωση είναι σαφής: Αφήστε τους υδρογονάνθρακες στο υπέδαφος, η εξόρυξή τους δεν δικαιώνεται ούτε οικολογικά ούτε καν οικονομικά!

Ακολουθούν οι αναλυτικές εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν:

ΚΙΜΩΝ ΧΡΗΣΤΑΝΗΣ (καθηγητής Γεωλογίας)

Δεν υπάρχει κοινωνία από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, που να μην στηρίχθηκε στους ορυκτούς πόρους. Όταν έχεις έναν ορυκτό πόρο, κοιτάζεις πώς θα τον αξιοποιήσεις προς όφελος την κοινωνίας, το ίδιο ισχύει και με τους υδρογονάνθρακες (υ/α). Δεν μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι εμείς δεν θα αξιοποιήσουμε τα δικά μας κοιτάσματα, ωστόσο θα χρησιμοποιούμε το αυτοκίνητό μας, για να βγαίνουμε βόλτα, ακόμα και όταν δεν είναι αναγκαίο.

Προφανώς πρέπει να αξιοποιηθούν περισσότερο οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και κακώς σε πολλά  μέρη  της πατρίδας μας οι τοπικές κοινωνίες – το ζήσαμε και εδώ στην Πάτρα – δεν ήθελαν με τίποτα να προχωρήσουν. Πρέπει να ξέρουμε όμως πως δεν μπορούμε να καλύψουμε το σύνολο των αναγκών μας από τις ΑΠΕ, οπότε είναι ανάγκη να εξορυχθούν υ/α και κάθε άλλη ορυκτή πρώτη ύλη που έχουμε στο υπέδαφός μας, άλλωστε η οικονομική κρίση δεν αφήνει περιθώρια για περισσότερη συζήτηση.

Το θέμα όμως που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι ότι όλα αυτά πρέπει να γίνονται κάτω από αυστηρό περιβαλλοντικό έλεγχο και σε αυτό πρέπει να είναι σύμφωνη όλη η κοινωνία και εννοώ και οι πολίτες και οι δημοτικοί – περιφερειακοί άρχοντες και η κεντρική κυβέρνηση.

Η εξόρυξη των υ/α εγκυμονεί πράγματι κάποιους κινδύνους, όμως το να πάμε από την Πάτρα στην Αθήνα με το αυτοκίνητό μας δεν εγκυμονεί κινδύνους;  Άρα τι κάνεις για να μειώσεις τον κίνδυνο; Κάνεις ένα καλύτερο δρόμο, ελέγχεις πιο συχνά το αυτοκίνητο, αλλάζεις λάστιχα, το ίδιο πρέπει να γίνει και με την εξόρυξη των υ/α.

Είναι αδιέξοδο να πούμε ότι είμαστε κατά, από τη στιγμή που θα συνεχίσουμε εμείς οι ίδιοι να χρησιμοποιούμε τους υ/α στην καθημερινότητά μας.

Το να γίνεται η εξόρυξη κάπου αλλού και εμείς να χρησιμοποιούμε αυτό το υλικό, σημαίνει ότι δεν σκεφτόμαστε πλανητικά και αυτό είναι ένα πρόβλημα. Κάθε χώρα οφείλει να έχει ένα μείγμα πηγών ενέργειας, προκειμένου να ανταπεξέρχεται στη σημερινή κατάσταση, στις ανάγκες της κοινωνίας. Βγάζουμε τον λιγνίτη από τη ζωή μας σιγά σιγά. Εκεί που στη δεκαετία του 1970 το 70% της ηλεκτροπαραγωγής προερχόταν απ’ τον λιγνίτη, σήμερα έχει πέσει στο 30% και ο στόχος είναι να φτάσει στο 17%. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι αυτό είναι καλό, γιατί είναι ένας εγχώριος πόρος και διαθέτουμε μεγάλα κοιτάσματα.

Τι θα έπρεπε να γίνει; Να κινηθούμε προς πιο καθαρές τεχνολογίες εκμετάλλευσης του λιγνίτη και να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε την εγχώρια πηγή από το να εισάγουμε το φυσικό αέριο από τη Ρωσία και την Αλγερία.

Λύσεις τεχνολογικές για την βελτίωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της κάθε περιβαλλοντικής ύλης υπάρχουν, το θέμα είναι να υπάρξει και η θέληση για την εφαρμογή αυτών των τεχνολογιών. Σήμερα, παραδείγματος χάρη, υπάρχουν διάφορες τεχνολογίες καθαρού άνθρακα, που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στη χώρα μας, οι επενδύσεις όμως και η οικονομική κατάσταση δεν το επιτρέπουν, άλλες χώρες τις έχουν εφαρμόσει.

Με το ίδιο σκεπτικό λοιπόν θα μπορούσε και η εξόρυξη των υ/α να γίνει με τέτοιο τρόπο, που να προστατεύεται ουσιαστικά το περιβάλλον. Και πολύ καλή και αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία έχουμε στη χώρα μας και υπάρχουν και μηχανισμοί ελέγχου, επιθεωρητές μεταλλείων και περιβάλλοντος, που μπορούν να προσέχουν την οποιαδήποτε εξορυκτική διαδικασία.

Καταλήγοντας, η άποψή μου, συνοπτικά, είναι ότι τον ορυκτό πλούτο της χώρας μας πρέπει να τον αξιοποιούμε έχοντας ως κύριο μέλημά μας την περιβαλλοντική διάσταση, κάτι το οποίο είναι εφικτό.

ΤΑΚΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (GREENPEACE)

Οποιαδήποτε συζήτηση για το ενδεχόμενο εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη χώρα μας, δεν μπορεί να πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται το σωστό πλαίσιο.

Τον Οκτώβριο του 2018, η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για τις Κλιματικές Αλλαγές δημοσίευσε την Ειδική Έκθεση για τον 1,5°C. Σε αυτήν τονίζεται ότι, αν η ανθρωπότητα θέλει να αποφύγει τις χειρότερες επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών, θα πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια συγκράτησης της ανόδου της πλανητικής θερμοκρασίας στον 1,5°C. Αυτό μεταφράζεται σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε 55-60% σε μόλις 12 χρόνια (ως το 2030) και μηδενικό ισοζύγιο το διάστημα 2040-2050. Με άλλα λόγια, η ανθρωπότητα θα πρέπει να εγκαταλείψει τελείως τους υδρογονάνθρακες τα επόμενα 20-25 χρόνια. Ο κίνδυνος είναι τεράστιος, καθώς στους 2°C ελλοχεύει η ανεξέλεγκτη, αυτοτροφοδοτούμενη κλιματική αλλαγή.

Ήδη στην Ελλάδα βιώνουμε τις επιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων. Αύξηση της θερμοκρασίας στον 1,5°C σημαίνει αύξηση της έντασης των πυρκαγιών κατά 40%. Αυτό είναι το καλό σενάριο, που σήμερα δίνουμε μάχη για να το πετύχουμε.

Τα πορίσματα της Ειδικής Έκθεσης είναι γνωστά πλέον σε όλους. Οδήγησαν πολλά διεθνή μέσα να αναφέρουν την είδηση σε πρωτοσέλιδα με τίτλους όπως: «Έχουμε 12 χρόνια να αποτρέψουμε μία κλιματική καταστροφή». Είναι γνωστά και στην Ελληνική κυβέρνηση, η οποία δια στόματος του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτη Φάμελλου, δηλώνει σε Διασκέψεις στο εξωτερικό ότι πρέπει να πάμε σε μία «κλιματικά ουδέτερη» Ευρώπη ως το 2050.

Παρ’ όλα αυτά, λίγους μόλις μήνες μετά τη δημοσίευση της Ειδικής Έκθεσης, η ελληνική κυβέρνηση παρουσίασε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) αγνοώντας πλήρως τις υποδείξεις της επιστήμης. Το ελληνικό ΕΣΕΚ παρατείνει την εξάρτηση της χώρας από τους υδρογονάνθρακες και τον λιγνίτη και συνάδει με σενάρια υπερθέρμανσης άνω των 3,5°C.

Ωστόσο, σημαντικό ερώτημα είναι για ποιον ακριβώς λόγο θέλουμε να παραμείνουμε εξαρτημένοι από τα επικίνδυνα ορυκτά καύσιμα, όταν όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι οι υδρογονάνθρακες είναι ένας ενεργειακός πόρος χωρίς κανένα μέλλον. Για παράδειγμα, όλο και περισσότερες χώρες – συμπεριλαμβανομένων χωρών με μεγάλη εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία – δηλώνουν χρονοδιαγράμματα τερματισμού των πωλήσεων αυτοκινήτων εσωτερικής καύσης το διάστημα 2025-2040. Οι μεταφορές αντιστοιχούν στο 65% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου. Υπάρχουν μελέτες αυτή τη στιγμή, οι οποίες εκτιμούν την τιμή του πετρελαίου στα 14$ το βαρέλι ως το 2040.

Την ίδια ώρα, πολλές χώρες αποφασίζουν τον περιορισμό ή ακόμα και την απαγόρευση της χρήσης φυσικού αερίου στα σπίτια για θέρμανση. Είτε για κλιματικούς λόγους, είτε απλά επειδή οι υδρογονάνθρακες είναι ξεπερασμένη τεχνολογία, όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι πρόκειται για ενεργειακό πόρο χωρίς κανένα μέλλον. Μεγαλεπήβολα σχέδια για βιομηχανικής κλίμακας εξορύξεις κόστους δισεκατομμυρίων στη χώρα μας τις επόμενες δεκαετίες πολύ απλά συγκρούονται με την ίδια την πραγματικότητα: κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε αχρηστευμένα κεφάλαια (stranded assets).

Ευτυχώς, την ίδια ώρα το παγκόσμιο κλιματικό κίνημα γιγαντώνεται. Όλο και περισσότερες δράσεις, συμπεριλαμβανομένων και νομικών δράσεων, λαμβάνουν μέρος σε όλο και περισσότερες χώρες. Οι κοινωνίες ξεσηκώνονται απέναντι στην αδιαφορία πολλών κυβερνήσεων. Το κλιματικό κίνημα γιγαντώνεται και στην Ελλάδα. Από μικρές και τοπικές πρωτοβουλίες σε Ήπειρο, Κρήτη και Ιόνιο, μέχρι στοχευμένες δράσεις και κινητοποιήσεις πολιτών, φορέων και οργανώσεων, η χώρα μας στέλνει το δικό της μήνυμα στην παραπαίουσα βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων. Γίνεται, δε, μέρος του παγκόσμιου κλιματικού κινήματος.

 Ο αγώνας ενάντια στην προοπτική εξόρυξης υδρογονανθράκων στη χώρα μας θα κερδηθεί. Θα κερδηθεί, διότι η εξόρυξη υδρογονανθράκων είναι ένας άκρατος παραλογισμός. Ένας παραλογισμός ενάντια στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας, της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών, απέναντι στην ίδια την τεχνολογική εξέλιξη της ανθρωπότητας. Η ενεργειακή μετάβαση σε καθαρές πηγές ενέργειας έχει ξεκινήσει και η πορεία είναι μη αναστρέψιμη. Τα ορυκτά καύσιμα θα αποτελέσουν παρελθόν τις επόμενες δεκαετίες.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΜΠΡΑΗΜ (WWF)

Το πρόγραμμα έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων, που προχωρά με ταχείς ρυθμούς μέσω των συμβάσεων παραχώρησης μεγάλων εκτάσεων της χώρας, δημιουργεί εξαιρετικά επικίνδυνα περιβαλλοντικά τετελεσμένα. Φυσικοί θησαυροί απειλούνται και η προστατευτική για το περιβάλλον νομοθεσία υπονομεύεται, για ένα φημολογούμενο σωτήριο οικονομικό όφελος, που δεν προκύπτει ούτε από αξιόπιστα και τεκμηριωμένα δεδομένα ούτε από τη διεθνή εμπειρία.

Υπάρχουν δύο μείζονα ζητήματα, που υπονομεύουν σοβαρά την περιβαλλοντική νομοθεσία και την ασφάλεια των τοπικών κοινωνιών και για αυτό έχει ευθύνη η ελληνική κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ.

Πρώτον, η πρώτη φάση εργασιών πετρελαίου, δηλαδή η φάση των σεισμικών ερευνών, εξαιρείται από την υποχρέωση διενέργειας μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ). Αντίθετα, στη φάση της σεισμικής έρευνας προβλέπεται η σύνταξη ενός «περιβαλλοντικού σχεδίου δράσης», που δεν δημοσιεύεται πουθενά και έχει αδιευκρίνιστο περιεχόμενο, ενώ δεν εμπίπτει σε καμία νομοθεσία σχετική με τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις.

Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον των περιοχών σεισμικής έρευνας περιλαμβάνουν αποψίλωση βλάστησης, διάβρωση εδάφους, υδρολογικές αλλοιώσεις, ρύπανση από απόβλητα, αλλαγή χρήσεων γης, ρύπανση από την κίνηση οχημάτων, αλλοιώσεις σε οικοσυστήματα από διάνοιξη δρόμων, και κατακερματισμό των οικοσυστημάτων.

Στις θαλάσσιες περιοχές (Ιόνιο και Κρήτη), οι επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στα θαλάσσια θηλαστικά θα είναι δίχως αμφιβολία εξαιρετικά επιβλαβείς. H χρήση σεισμικών airguns για την πρόκληση ακουστικών πηγών είναι η σοβαρότερη και πλέον αδιαμφισβήτητη επίπτωση στη θαλάσσια βιοποικιλότητα, καθώς μπορεί να προκαλέσει ακουστικά τραύματα ή ακόμα και θάνατο σε φάλαινες, δελφίνια και θαλάσσιες χελώνες.

Δεύτερον, 192 προστατευόμενες περιοχές βρίσκονται εξ ολοκλήρου ή μερικώς μέσα σε χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα εξορύξεων. Ειδικά για την Πελοπόννησο, η ευρύτερη περιοχή της Πάτρας είναι κυριολεκτικά περικυκλωμένη από παραχωρήσεις οικοπέδων (Πατραϊκός Κόλπος – ΕΛ.ΠΕ. & Edison, ΒΔ Πελοπόννησος – EΛ.ΠΕ., Αιτωλοακαρνανία – Repsol & Energean).

Σημαντικές προστατευόμενες περιοχές με τεράστια οικολογική αξία, όπως το Εθνικό πάρκο Κοτυχίου – Στροφυλιάς και το Δέλτα Αχελώου απειλούνται με σοβαρή περιβαλλοντική υποβάθμιση ή ακόμα και περιβαλλοντική καταστροφή σε περίπτωση πρόκλησης πετρελαιοκηλίδας.

ΟΛΙΒΙΕ ΒΑΡΔΑΚΟΥΛΙΑΣ (WWF)

Αντίθετα με όσα υποστηρίζουν οι θιασώτες των εξορύξεων, οι υδρογονάνθρακες όχι μόνο δεν αποφέρουν σημαντικά έσοδα στη χωρά μας, αλλά ενδέχεται να προκαλέσουν ένα θανάσιμο πλήγμα στο εισόδημα των παράκτιων κοινωνιών της χώρας μας. 

Όπως καταδεικνύει η πρόσφατη οικονομοτεχνική μελέτη της βρετανικής συμβουλευτικής Eftec, για  λογαριασμό του WWF Ελλάς, τόσο η τακτική ρύπανση από διαρροές πετρελαίου, όσο και τα μεγάλα ατυχήματα πετρελαιοκηλίδων, που ενδέχεται να προκληθούν, θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους κλάδους του τουρισμού, τις αλιείας και της μεταποίησης αλιευμάτων. Σε βάθος 25ετίας, το συνολικό κόστος για την εθνική οικονομία ενδέχεται να αγγίξει έως και τα 6 δις Ευρώ.

 Σε περιφέρειες, όπως αυτή του Ιονίου, όπου πάνω από το 70% του ετήσιου εισοδήματος (κατά τον ΣΕΤΕ) εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό, οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα δραματικές, καθώς ένα μεγάλο ατύχημα θα μπορούσε να καταστρέψει σχεδόν το 30% των θέσεων εργασίας της περιφέρειας εν μια νυκτί.

Με λίγα λόγια, για τα νησιά του Ιονίου, την Δυτική Ελλάδα, την Ήπειρο και την Κρήτη, οι εξορύξεις υδρογονανθράκων θα αποτελέσουν περισσότερο «κατάρα», παρά πηγή ευημερίας, ακόμα κι αν αγνοήσουμε τις σημαντικότατες περιβαλλοντικές επιπτώσεις αυτών των δραστηριοτήτων. 

Πρώτον, από τις υπάρχουσες συμβάσεις μεταξύ του Ελληνικού Κράτους και των πετρελαϊκών εταιριών, προκύπτει ξεκάθαρα πως οι εταιρίες θα καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος των εσόδων. Τα μερίσματα, που θα λαμβάνει το Ελληνικό δημόσιο (η βασική πηγή εσόδων του δημοσίου από τις εξορύξεις) κυμαίνονται μεταξύ του 4% και του 15% της παραγωγής υδρογονανθράκων, με πιο πιθανά σενάρια το 5% με 6%.

Ταυτόχρονα, τα έσοδα των περιφερειών εξαρτώνται πλήρως από τον φόρο εταιρικού εισοδήματος (20% για το Κράτος + 5% για τις περιφέρειες), ο οποίος υπολογίζεται επί του καθαρού κέρδους και όχι των ακαθάριστων εσόδων (τζίρου), όπως λανθασμένα κάποιοι υποστηρίζουν. Ενδεικτικά, υπολογίζουμε πως το κοίτασμα του δυτικού Πατραϊκού δεν θα αποφέρει στην περιφέρεια πάνω από το πενιχρό ποσό των 3.2 εκατ. ανά έτος.

Δεύτερον, η διεθνής εμπειρία δείχνει ξεκάθαρα πως το τοπικό αποτύπωμα απασχόλησης των εξορύξεων είναι μηδαμινό, καθώς οι δραστηριότητες αυτές απασχολούν κατά κανόνα πολύ λίγους εργαζομένους, και στις περισσότερες περιπτώσεις (ιδιαίτερα για θαλάσσιες εξορύξεις) οι θέσεις εργασίας αφορούν εξειδικευμένους εργαζόμενους, που εισάγονται κυρίως από το εξωτερικό. Δεν θα γίνουμε η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

Συμπεραίνοντας, είναι σαφές πως ρισκάρουμε πάρα πολλά για πολύ λίγα. Δεν αξίζει να τζογάρουμε τις ακτές και τις θάλασσές μας, το εισόδημα και τις δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας συμπολιτών μας σε Ιόνιο και Δυτική Ελλάδα, για τα πενιχρά και αμφίβολα οφέλη πετρελαϊκών εξορύξεων, μιας δραστηριότητας, που σταδιακά εγκαταλείπεται παγκοσμίως!

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΗΣ (ΟΙΚΙΠΑ)

Είμαστε εδώ, όλοι μαζί, για να θέσουμε και να υποστηρίξουμε αναλυτικά όχι απλώς μια κριτική τοποθέτηση σε σχέση με τις εξορύξεις υδρογονανθράκων, αλλά για να υποστηρίξουμε την πάγια και διακηρυγμένη ήδη από ετών θέση μας ότι οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, αλλά και του άνθρακα, ανήκουν σε μια ενεργειακή στρατηγική, που ανήκει στο παρελθόν.

Μια ενεργειακή στρατηγική, που ήδη εγκαταλείπεται και μάλιστα με ρυθμούς γρήγορους σε όλο τον κόσμο, με αφετηρία τις ορατές και αναμφισβήτητες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και με βασική προωθητική δύναμη την όλο και μεγαλύτερη υπεροχή των Ανανεώσιμων Πηγών ενέργειας σε ό,τι αφορά στο οικονομικό κόστος.

Δυστυχώς, παρά την αναγνώριση της σημασίας της κλιματικής αλλαγής στο επίπεδο των διακηρύξεων, το ενεργειακό μοντέλο της χώρας μας, στην πράξη, κοιτάει προς τα πίσω, σαν τη γυναίκα του Λωτ: Επιμένουμε να επενδύουμε δισεκατομμύρια σε νέες λιγνιτικές μονάδες (Πτολεμαΐδα 5, Μελίτη 2), των οποίων το οικονομικό μέλλον ήδη είναι δυσοίωνο, με δεδομένη την άνοδο των δικαιωμάτων χρήσης άνθρακα, και παραδίδουμε ολόκληρη τη δυτική γεωγραφία της χώρας ως και νότια της Κρήτης σε σχέδια εξορύξεων σε βαθιές θάλασσες, στην πιο σεισμογενή περιοχή του βόρειου ημισφαιρίου, επομένως επενδύσεις ακριβές και περιβαλλοντικά ανασφαλείς.

Αντιθέτως, άλλες χώρες, μεγάλες και σοβαρές, στρέφονται όλο και πιο αποφασιστικά προς το ενεργειακό μέλλον, ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις στις Ανανεώσιμες Πηγές, τη διαχείριση των φορτίων, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα είναι πολύ ενθαρρυντικές.

Από την άλλη, η βαθιά μας ανησυχία για βαριές περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε εδάφη, υπόγεια νερά, θαλάσσιο οικοσύστημα, αλλά και τουριστική βιομηχανία δεν μπορούν να κατευναστούν από τις διαβεβαιώσεις των εταιριών. Δεν ξεχνάμε τον Κόλπο του Μεξικού, την καταστροφή Piper Alpha, πλήθος άλλα ατυχήματα.

Στα επιχειρήματα περί “αξιοποίησης εθνικού πλούτου” απαντάμε ότι κάθε χώρα, και μάλιστα πλούσια προικοδοτημένη σε ΑΠΕ, και επίσης σοβαρά τουριστική, όπως η δική μας, έχει υποχρέωση να αναλάβει το μέρος της ευθύνης αυτοδέσμευσης που της αναλογεί.

Επιλέγουμε τη βιωσιμότητα και δεν θέλουμε να τρέμουμε συνεχώς ότι μια πετρελαιοκηλίδα – ο πολλαπλασιασμός των εξορύξεων πολλαπλασιάζει και την πιθανότητα αστοχίας – θα πλήξει βαριά ή θα καταστρέψει τα παραπάνω. Επειδή πρωτίστως κριτήριά μας είναι:

Η προστασία του περιβάλλοντος. Η κλιματική αλλαγή, ως θεμελιώδες πλαίσιο στις αποφάσεις μας. Ο οικολογικός αναπτυξιακός προσανατολισμός, ως η μόνη διέξοδος από την κρίση, με απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Η οικονομική βιωσιμότητα των ενεργειακών επενδύσεων.

Η διαγενεακή δικαιοσύνη και ηθική, γιατί αυτό τον κόσμο δεν τον κληρονομήσαμε από τους γονείς μας, τον δανειστήκαμε από τα παιδιά μας, θέλουμε να συμβαδίσουμε ενεργειακά με τις δυνάμεις του Μέλλοντος.

 Όπως απέδειξε η ήδη ορατή επιτυχία του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ του 1987, για την αποκατάσταση της τρύπας του όζοντος, η ανθρωπότητα μπορεί, με βούληση και συνεργασία, να συμφιλιωθεί με τις αντοχές της φύσης.

Με βάση αυτή την στρατηγική προσέγγιση λέμε ΟΧΙ στις εξορύξεις υδρογονανθράκων στην ευρύτερη δυτική και νότια γεωγραφία της χώρας μας, όπως λέμε ΟΧΙ και στην παράταση της εξόρυξης του λιγνίτη.

Λέμε ΝΑΙ στην μαζική στροφή των επενδύσεων στην καθαρή ενέργεια και τις καινοτόμες τεχνολογίες.

Θα είμαστε παρόντες σε κάθε μάχη όχι μόνο για την αποτροπή καταστροφικών περιβαλλοντικών συμβάντων, αλλά και την αλλαγή ενεργειακού προσανατολισμού της χώρας.